Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2009

Μες στο καρφί

[Επέστρεφε]*


Αγαπημένη αίσθησις μη γογγύζεις
απλά επέστρεφε
/ταγκίζοντας το αίμα στην απουσία σου/
Βλέπω μια ράγα λιπόθυμη
όταν εκτροχιάζομαι να με παρατηρεί
με οίκτο
Η επιθυμία μου γκρεμίζεται μες το κουτί της οδύνης
Γυρνώ μόνος μέσα στο άγημα
- ξαναγυρνώ -
- γυρνώ - ξαναγυρνώ -
στο άγημα των ηττημένων
Μα εσύ επέστρεφε και μη σταματάς
Μη λησμονείς να επιστρέφεις - επέστρεφε -
Εδώ οι νύχτες είν' εκρήξεις - είναι σιωπές
Τα πάντα στροβιλίζονται γύρω απόνα άγγιγμα
/άγγιγμα βαρύ περιπαικτικό/
την έλλειψη και μετά το χρώμα των χνώτων
που υποδύονται την ολοκλήρωση
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα
όταν όλα μέσα μου ενταφιάζονται
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται
και στριφογυρίζω με πλίνθους οδύνης
μέσα στα ραγισμένα μου χέρια
Δεν ξέρεις - εδώ δε γίνεται να ξέρεις -
πως όλα εκτροχιάζονται σε οίκτο
σε σκουριασμένα μέλη δυσκίνητα
σε ποτήρια γεμάτα χλεύη
σε κενοτάφια ακανθώδους έρωτα
Επέστρεφε - η μέρα τελειώνει και πάλι -
όπως ελπίδα/ όπως μνήμη/ όπως ζωή
Τα μάτια όμως δε σφαλίζουν
Πόση επιθυμία πια αναζητώ; Πόση;

παληά όπως είναι - να ξαναπερνά στο αίμα



*Ποίημα του Κ.Π.Καβάφη (1912)

Ένδειξη*


Στο ποίημά του "Ένδειξη", ο Γάλλος ποιητής Ρενέ Σαρ ξεκινάει λέγοντας:

"Πώς να ζήσει κανείς δίχως άγνωστο μπροστά του;
Οι άνθρωποι σήμερα θέλουν το ποίημα νάναι κατ' εικόνα
της ζωής τους με τον τόσο λίγο σεβασμό, με το τόσο λίγο
διάστημα και πυρπολημένης από μισαλλοδοξία."


Ξεκινάμε με αφετηρία το άγνωστο, πορευόμαστε μιαν ολόκληρη ζωή έχοντας μπροστά μας το είδωλό του, φτάνουμε εν τέλει στο άγνωστο. Η αφετηρία μας είναι και η κατάληξή μας. Ο Αναξίμανδρος, της σχολής της Μιλήτου, θεωρεί πως όταν κάτι πεθαίνει επιστρέφει στην αρχή. Σαν αρχή νοείται μόνον το άπειρο, στο οποίο επιστρέφει κάθετι που γεννιέται και είναι πεπερασμένο. Ο Επίκουρος μας προτείνει την μη ύπαρξη εκτός της ζωής, σε μια πιο υλική προσέγγιση των πραγμάτων. Επομένως ερχόμαστε από το τίποτε και καταλήγουμε εκεί. Έχουμε, δηλαδή, μια τριπλή σχέση μεταξύ των αξόνων του τίποτε, του αγνώστου και του απείρου. Μια ταυτοτική πιθανώς σχέση, μέσω της οποίας καλούμαστε να βαδίσουμε μέσα σε αυτόν τον κόσμο. Να ξεδιαλύνουμε σε κάθε περίσταση της ζωής μας ποιός άξονας απαντά στα αγωνιώδη ερωτήματά μας, στα αδιέξοδα, στα λάθη και τις προσπάθειές μας για απόδραση. Το ποίημα, σε κάθε περίπτωση, φτάνει να αποτυπώσει όλα αυτά τα στοιχεία σε μια συμπυκνωμένη έκφραση ανάγκης, που επεκτείνεται στην ανώτερη μορφή της σε κάποιο είδος εφηρμοσμένης φιλοσοφίας.

Το σημερινό πλαίσιο της κοινωνίας και του μικρόκοσμού μας, οδηγεί τους ανθρώπους να επιδιώκουν την επαφή με ένα ποίημα κατ' εικόνα της ζωής τους, σύντομο, δίχως σεβασμό και πυρπολημένο από μισαλλοδοξία, όπως επισημαίνει μέσα απο τους στίχους του ο Σαρ. Μια κοινωνία, όπου εκλείπει το επικό στοιχείο, μιας και όλοι οι ήρωες φαίνεται να έχουν κουρνιάσει στους τάφους μιας ανυποληψίας και μιας απαξίωσης πιο αβάσταχτης κι από τον ίδιο το θάνατο, έχει σαν αποτέλεσμα την κατάρριψη του στοχασμού εν τοις πράγμασι΄ προκαλεί την έκπτωση του ποιήματος σε μιαν επέλαση αβάσταχτη στο βίο του ποιητή και μια διέλευση αδύνατη μέσω των κλειστών λεωφόρων την ανθρώπινης εγωπάθειας.

"Επειδή δεν τους είναι πια θεμιτό να ενεργούν για τα ύψι-
στα, μέσα στη μοιραία τους απασχόληση να καταστρέφο-
νται από τον όμοιό τους, επειδή ο ακινητοποιημένος πλού-
τος τους τούς στομώνει και τους αλυσσοδένει, οι άνθρωποι
σήμερα, με το εξασθενημένο ένστικτο, χάνονται ενώ διατη-
ρούνται ζωντανοί, ίσαμε τη σκόνη του ονόματός τους."

Στο πλαίσιο της επικούρειας αντίληψης, ό,τι αποσταθεροποιεί την ψυχή και την ωθεί προς την κίνηση, συνιστά ηθικό κενό και ματαιοδοξία. Η εγωκεντρική νοοτροπία που φυλακίζει τον άνθρωπο σ' ένα φαύλο κύκλο επιδίωξης της απόκτησης πλούτου, φήμης, ενός εγώ υπεριπταμένου του σώματος της ανθρωπίνης κοινωνίας, καταλήγει στη διάρρηξη του υποκειμένου με το άλλο, με τον συνάνθρωπο, με τον κόσμο. Τότε, ο άνθρωπος, έχει στην καθημερινότητά του την μοιραία απασχόληση να καταστρέφεται από τους ομοίους του' η τραγική αυτή εξέλιξη στα πράγματα εντέλλει το σώμα τούτο σε μιαν αυτοκαταστροφή αμετάκλητη. Έτσι στομώνει και αλυσσοδένει τους ανθρώπους ο ακινητοποιημένος πλούτος τους, προκαλείται η φθίση του ενστίκτου τους και η ψυχική φθορά έχει ως συνέπεια τον θάνατο εν ζωή. Ένα θάνατο πιο οδυνηρό κι από τον θάνατο της σάρκας! Η ζωή του ανθρώπου φτάνει πλέον ίσαμε τα όρια της σκόνης του ονόματός του.

"Γεννημένο από την κλήση της εκπλήρωσης και την αγωνία
της αναστολής το ποίημα, ανεβαίνοντας μες απ' το πηγάδι
του της λάσπης και των άστρων, μαρτυρία σχεδόν σιωπηλή,
ότι δεν υπάρχει μέσα του τίποτε, που δεν υπήρξε πραγμα-
τικά κι αλλού μέσα σ' αυτόν τον ανάστατο κι ερημικό
κόσμο των αντιφάσεων."

Αναδύεται, λοιπόν, μέσα από τη ματαιότητα του κόσμου το ποίημα, αγωνιώντας να εκπληρώσει και φοβούμενο μην ανασταλλεί έχοντας επίγνωση της βαρύτητας του μηνύματός του. Ποιού, άραγε, μηνύματος; Της πηγής και του προορισμού; Του τίποτε; Του αγνώστου; Του απείρου; Του τρόπου τού είναι εντός της ζωής; Όλων αυτών μαζί; Το ποίημα αντικρύζει, πάντως, τη Γη και τον Ουρανό, κι ενσταλαγμένο μέσα στο όλον που υπάρχει εξατμίζεται αναζητώντας μιαν ολοκλήρωση μέσα του, μεταφέροντας είδωλα από αυτά που φαίνονται αλλά και από αυτά που δεν φαίνονται΄ γιατί η ύπαρξή του εδράζεται μέσα σε όλα αυτά και πιθανώς να καταλήγει εκεί, όπως και η βαρύνουσα - κατά τον άνθρωπο - δική του ύπαρξη. Γιατί είν'αλήθεια πως το ποίημα μαρτυρά σιωπηλά σχεδόν ότι δεν υπάρχει μέσα του τίποτε που δεν υπήρξε, ή δεν υπάρχει ακόμη, πραγματικά κι αλλού μέσα σ'αυτόν τον ανάστατο κι ερημικό κόσμο των αντιφάσεων. Το ποίημα έρχεται από το άγνωστο, ζει με το άγνωστο μπροστά του και καταλήγει σ' αυτό.

Είναι μια ένδειξη ζωής που ταυτόχρονα ενδεικνύει το θάνατο. Μέσα στο θάνατο της ζωής και τη ζωή του θανάτου, μπορεί να μας εμπνεύσει έναν τρόπο για να ζούμε στοχεύοντας στην ηδονή και την ακινησία της ψυχής. Ελπίζοντας πως το άγνωστο που βιώνουμε και ως πηγή αλλά και ως προορισμό μπορεί να είναι το μηδέν, το άπειρο ή το άγνωστο αυτό καθαυτό, καθώς και, σε μιαν ασύλληπτη από μας τρισυπόστατη σύνθεση στο εν, όλα αυτά μαζί. Με έναν τρόπο όμως, που η ζωή μας να έχει νόημα μέσα στο μη νοούμενό της, πραγματωμένο μέσα στα "μικρά" κι "ελάσσονα" που γαληνεύουν τη θάλασσα της ψυχής μας και λούζουν τα μάτια μας με το φως του ήλιου, γεμίζοντας το κενό της!

Να είναι ο άνθρωπος, όπως λέει σε κάποιον άλλο στίχο του ο Σαρ, "κυψέλη πετώντας προς τις πηγές του ύψους, μ' όλο το μέλι της και μ'όλες τις μέλισσές της".**




* Από τη συλλογή του Ρενέ Σαρ, Το κονιορτοποιημένο ποίημα (1947)
** Ενότητα 203 από τη συλλογή του Ρενέ Σαρ, Σελίδες ύπνου (1946)


Ο Ρενέ Σαρ είναι Γάλλος ποιητής, γεννημένος στην Isl-Sur-Sorgue (14/6/1907 - 19/2/1988)