Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010
Σήμα ψηφιακό
καθώς ανηρτημένος στα πλατειά
τσιμέντα, τον ηρώδη
να ψάχνει την εξίσωση
που κάποιος του 'χε πει
πως υπάρχει, για να σκοτώσει
μερικά παιδιά. δεν ήθελα να μιλήσω.
ο ήλιος έσταζε πάνω μου
τύψεις - και δεν είχα όρεξη
για πολλές συζητήσεις.
άπλωσα τις τεντωμένες μου φλέβες
και του ζήτησα ευγενικά
το τηλεχειριστήριο
που βρισκόταν αφημένο
δίπλα στο παλαιό κρεοπωλείο
του Κλαπέ. πάτησα το κουμπί
- το κίτρινο κουμπί, που είναι τρίτο
από δεξιά - και άλλαξα κανάλι.
ήμουνα πια, μέσα σε μιαν οθόνη
κι έβλεπα κάποιους ανθρώπους.
μου φαίνονταν σοφοί, σοβαροί
μιλούσαν με στόμφο και γυάλιζαν
τα μάτια τους. στιγμές στιγμές
όταν εξηγούσαν και το κοινό
τούς καταλάβαινε, άνοιγαν
διάπλατα τα στόματά τους
κι έθαβαν αμέτρητα χαμόγελα.
για κάτι βόμβες μιλούσαν
που είχαν βρει τις δικές τους
εξισώσεις. ύστερα παρεμβολές
και μετά τίποτα άλλο δεν θυμάμαι.
σκόνη μόνο και ήχοι που έτριζαν στο
μυαλό, τα τελευταία που ένοιωσα
στο πετσί μου.
Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010
Σ κ έ ψ η
Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010
Λόγια
μόνο προσωπεία φοράνε οι άνθρωποι και κινούνται μηχανικά σε κάθε πτυχή αυτής της αδικοχαμένης επίγειας ζωής. ναι, έχουμε χάσει την ζωή! μην ξεγελιέστε. ακόμα κι αν επιλέγετε να τάσσετε τους εαυτούς σας σε κάθε λογής αγώνα, είναι σίγουρο πως θα αποτύχετε. και ο κύριος λόγος είναι πως ήδη έχετε χάσει τους εαυτούς σας. έχουμε χάσει τους εαυτούς μας. έχουμε απολέσει την ψυχή που θα μπορούσε να χορεύει και να γιορτάζει, ακόμα και πάνω στα ερείπια της φθαρτής μας αθανασίας. μας λείπει το όραμα για να κερδίσουμε μια νέα πατρίδα: τον εαυτό μας. και χωρίς τον εαυτό του καθενός μας, κανείς δεν μπορεί να χτίσει κάτι το αξιόλογο. έχουμε χάσει το παιχνίδι με την ζωή. η ήττα μας είναι τόσο συντριπτική που πρέπει να πεθάνουμε, να ξαναγεννηθούμε, να βαφτιστούμε ξανά και να μεγαλώσουμε εκ νέου.
η ελλειπτική μας συνείδηση έχει καταστεί ένας βρυκόλακας που ρουφά ο,τιδήποτε βρεθεί μπροστά του. η τερατόμορφη μανία μας για εξιλέωση απέναντι στην ανέχεια και την ασυνέχεια του ίδιου μας του εαυτού, μας έχει μετατρεψει σε κίβδηλα κακέκτυπα όντα που μηρυκάζουν αναίσχυντα τα ελαττώματά τους. ο κόσμος είναι ήδη νεκρός. δεν γνωρίζω πότε και αν θα αναστηθεί. ξέρω μόνο τον τρόπο, που είναι τόσο απλός όσο και δύσκολος: τα όνειρα να φυτρώσουν στα χέρια μας.
Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010
Δεκάτη
από θάλασσα, μου θυμίζεις πως ακόμα υπάρχει ορίζοντας.
έναν βυθό μόνον έβλεπα - να υψώνεται κραταιός
πάνω απ' τους ώμους μου και να ραγίζει κάθε μου βλέμμα -
γεμίζοντας με αλάτι οι σπόνδυλοί μου.
χαμόγελο πυκνό να τραβάει το δέρμα
να μεταναστεύσω από την χώρα της οδύνης
στον ουρανό, σε σύννεφα, στο διάστημα
και πιο πέρα, στην χώρα που εκτείνεται μέσα σου.
δεκάτη. η θάλασσα με ορίζει: το αλάτι, τα μεγέθη, το χρώμα
η θερμοκρασία, τα κύματά της. κοίταζέ με σαν κύμα.
μόνον αυτό θέλω. αγκάλιασέ με σαν σιωπή, μόνον αυτό θέλω.
αγάπησέ με σαν μάνα, μόνον αυτό θέλω.
κρύψε με στα στήθη σου σαν ντροπή, μόνον αυτό θέλω.
και μετα φίλα με όπως η βροχή φιλάει το χώμα. δεκάτη.
ο ουρανός πλημμυρίζει από τα μυστικά σου.
τον λατρεύω τον ουρανό - και την θάλασσα. και δεν φοβάμαι.
μόνο γκρεμίζω τον βυθό που κονταίνουν τα μάτια σου. δεκάτη.
μιαν ώρα ακόμα και θα συνηθίσω την όραση.
μιαν ώρα ακόμα και θα βουτήξω εντός μου.
μιαν ώρα ακόμα και θα σκαρφαλώσω στον νου σου.
μιαν ώρα ακόμα και θα μπορώ πια ν' αγαπήσω.
δ ε κ ά τ η.
Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010
Βασιλεία Πένθιμη και Κατακόρυφη
Στο ταβάνι λιώνουν τα βλέμματα
ο καπνός κι η ομίχλη λένε τραγούδια
που σαν εμβατήρια τα ρουφάνε όλα
τα μάτια σου.
και το ύψος μου είναι τόσο μεγάλο
που δεν σου αρκεί για να ευτυχήσεις.
όσα τα ρόδα που μπλέκονται στα πόδια
σου, όσα τα σύμβολα που μένουν κρυφά
στην σιωπή.
ακόμα κι αν τ' αγκάθια υπερτερούν
ακόμα κι αν τα όνειρα ανάγλυφα
θα ρέουν ωσάν στυφό ύδωρ
στην τέχνη μας.
τίποτε δεν θα γαργαλάει αρμυρό
ή καυτερό ή άγευστο, τα υπαίθρια
νυσταλέα βάθη.
μήτε η επόμενη σύρραξη των αισθήσεων
θα ομορφύνει το σκεβρωμένο σκαρί
κι ούτε ποτέ θα εξυψώσει η ομοιομορφία
των οριζόντων.
θάναι μονάχα το ταβάνι ανεστραμμένο
στέμμα, που ως άλλο πάτωμα θα ενθυμίζει
γεμάτο απ' τ' αποτσίγαρα και τα σκουπίδια
την βασιλεία των ηττημένων.
Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010
Παράκληση
Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010
Ανατομία
σαν το τσιγάρο που αποκαθηλώνεται
στην σταχτοθήκη. μπερδεύοντας βήχα με
ζεστό καφέ καθώς νυχτώνει
κι ενώ οι καταιγίδες έχουν κοπάσει πια.
οι φωνές, τα πάθη, τα δέρματα
που έχουν γδαρθεί
κι οι ξεφτισμένες σελίδες των βιβλίων-
όλα κατήντησαν μια θλίψη.
μια λίμνη γεμάτη αναμνήσεις
από νερά που έχουν φύγει.
οι καμινάδες δεν ξεφυσούν καπνό
τα λόγια δεν μιλάνε/
τα κορμιά δεν κάνουν έρωτα
και οι γιορτές ξεμείνανε από χορούς.
μουσική τώρα είναι η σιωπή
να ψιθυρίζει χαρές κι αρχαία όνειρα.
μισογεμάτες οι βαλίτσες για κείνο το ταξίδι
που είν' ακόμα βιδωμένο στην καρέκλα
περιμένοντας άδικα, χέρια
να τραβήξουν τα φερμουάρ.
το σκισμένο σακουλάκι του καφέ
ξαπλώνει στο κρύο πάτωμα και
όλα κατήντησαν μια θλίψη
σαν τα αντίο που δεν ειπώθηκαν ποτέ.
Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010
Μηνύ_μ_α_τ_α
Μήνυμα 1: έλα πού είσαι; Σε έπαιρνα τηλ και δεν απαντούσες. όλα καλά; :)
Μήνυμα 2: γεια σου. ολα καλά. δεν το ακουγα. τωρα μολις ειδα το μην σου. εσυ;
Μήνυμα 3: καλά κι εγώ. προσπαθώ να γράψω. έλεγα να πηγαίναμε καμμιά βόλτα. στην παραλία ίσως. έχω καιρό να πάω. ωραία θα ήταν να πηγαίναμε μαζί.
Μήνυμα 4: ενταξει. καποια μερα μες στη βδομαδα θα παμε. πρεπει να φυγω. θα ετοιμαστω. καλο βραδυ.
Μήνυμα 5: γεια. λέω να κατέβω παραλία. θάρθεις;
Μήνυμα 6: πες μου. εγώ ξεκίνησα…
Μήνυμα 7: γιατί δεν απαντάς; ωραία θα ήταν να βρισκόμασταν, έστω για λίγο. αν δεν μπορείς…
Μήνυμα 8: σε παίρνω και δεν το σηκώνεις… μάλλον ενοχλώ…
Μήνυμα 9: …
Μήνυμα 10: πού χάθηκες; ακόμα να πάμε εκείνη την βόλτα.
Μήνυμα 11: δεν ξέρω τι έπαθες… γιατί δεν μου μιλάς; Έχω και μέρες να σε δω ονλάιν. είσαι οκ;
Μήνυμα 12: ελα. ολα καλα. ελειπα. πηγαμε με τα κοριτσια αθηνα. περασαμε τελεια. δεν μπορουσα να μιλησω. σορρυ.
Μήνυμα 13: δλδ δεν μπορείς να μου το πεις; πρέπει να σου στέλνω και να σε παίρνω εκατό φορές;;; κι εσύ τπτ;;;
Μήνυμα 14: μην με πιεζεις. δεν μπορω. τα εχουμε πει πολλες φορες. δεν μπορω ετσι…
Μήνυμα 15: γιατί εγώ μπορώ δλδ; να θέλω να σου μιλήσω είναι πίεση; ευχαριστώ πολύ. νόμιζα ότι περνούσες καλά μαζί μου. νόμιζα η επικοινωνία μας ήταν κάτι ευχάριστο για σένα.
Μήνυμα 16: μην το κανεις τοσο δραματικο. καλα περναμε. αλλα οκ.μην τρελαινεσαι… :Ρ
Μήνυμα 17: μην τρελλαίνομαι; α, έτσι το βλέπεις εσύ… οκ…γεια!!!
Μήνυμα 18: γεια.
Μήνυμα 19: έλα τι κάνεις; μου έχεις λείψει. και προχτές στο νετ δεν μου μιλούσες… πώς είσαι;
Μήνυμα 20: ρε αγάπη… πού είσαι;
Μήνυμα 21: τζαααααα!!!! θα πεις τπτ;;;
Μήνυμα 22: ουφ!!! πάλι τα ίδια…
Μήνυμα 23: ελα. γιατι κανεις ετσι ρε συ; τωρα θα φυγω. εχω κανονισει για το βραδυ. καλα να περασεις οπου κι αν πας.
Μήνυμα 24: στο τρας θα είσαι;;; μπορεί να έρθω κι εγώ απόψε…
Μήνυμα 25: καλά. να περάσεις όμορφα. ίσως τα πούμε το βράδυ. :/
Μήνυμα 26: σε πήρε το μάτι μου. ήθελα να σου μιλήσω αλλά όλο με κάποιον ήσουν. μετά χάθηκες. πώς πέρασες;
Μήνυμα 27: πού είσαι; δεν θέλω να σε πιέζω αλλά σήκωσε το και μια φορά. :/
Μήνυμα 28: τελικά, εκείνη την βόλτα θα την πάμε ποτέ; :[
Μήνυμα 29: ελα. γεια. ειπαμε ναι βρε. θα παμε…
Μήνυμα 30: πότε λες; αύριο; καλά είναι;
Μήνυμα 31: καλά, σε αφήνω. θα σου στείλω αύριο.
Μήνυμα 32: έλα. θα κατεβούμε; γεια.
Μήνυμα 33: πού είσαι; πάλι δεν το σηκώνεις…
Μήνυμα 34: είναι εκνευριστικό αυτό που κάνεις. έλεος δλδ. θέλω να σου μιλήσω. στην τελική, αυτά που δέχεσαι κάνε τα πράξη!!! τι θα κάνω με σένα;
Μήνυμα 35: άντε γειααα!!!!
Μήνυμα 36: ρε χαζό, σ’ αγαπάω, νοιάζομαι για σένα… ;)
Μήνυμα 38: ρεεεεεεεεεεεεεεεεεε… πού είσαι;;;;;;;;;; :((((
Μήνυμα 39: γιατί το κάνεις αυτό;
Μήνυμα 40: καλά. συγγνώμη. δεν θα σε ζαλίσω άλλο… φιλιά!!!
Μήνυμα 41: μου έλειψες. καλά είσαι;
Μήνυμα 42: σ’ αγαπάω ρε συ… πες μου κάτι… :(
Μήνυμα 43: τίποτα…
Μήνυμα 44: .
Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010
Μικρή ιστορία
Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010
Γυναίκα
Τρίτη 24 Αυγούστου 2010
Λέξη
κορμί γυμνό
όπως όταν σ' άγγιζα
το βράδυ εκείνο
του καλοκαιριού.
τώρα η λέξη να θυμίζει
τον έρωτα του κόσμου
και γιατί έτσι λειψός
καταφέρνω κάπου κάπου
να ζω.
Τρίτη 10 Αυγούστου 2010
Ο UEDA και τα ρολόγια
{τικ τακ} τα ανευρύσματα του χρόνου
[στον ελκυστή UEDA περιτετμημένα
τα έλκη ιστορούν αμαρτήματα σε στροφές, βυθούς, πνιγμούς
και πάθη. περιδίνηση στο υγρό πυρ κι η καταβόθρα θάνατος
βαμμένος μωβ. ελίσσονται τα μόρια κι είμαι χαμένος
σε νότες - νότιες - επιτακτικές]
και τα ρολόγια εκεί {τικ τακ τικ τακ}
ασελγούν πάνω στο έκλυτο ψέμμα
καρφώνοντας στα σπλάχνα, την εντροπία του έρωτα.
Κυριακή 25 Ιουλίου 2010
Θάνατος στα μπαρ
που κυλάει στα μάγουλα
και στα βλέμματα και στα στομάχια
σαν λάβα.
κενό τα μάτια κι η ψυχή
κάθε φορά που κοιτάζουν
την ξένη σάρκα
/ξεκοκκαλίζοντας το όνειρο
την ρημαγμένη ανάγκη
κάθε σάπια στύση/
μια τρύπα πολλαπλή
μπαλωμένη σε άλλες τρύπες
κάνει κουμάντο στην ψυχή.
τραβολογάει με τα δόντια
τα πετσοκομμένα ηνία
δεξιά - αριστερά και ζαλίζει
ο ίλιγγος ζαλίζει.
μοναξιά, η μόνη σταγόνα
συντροφιάς σε τούτα τα μπαρ
σε τούτα τα σπίτια
σε τούτες τις πόλεις
σε τούτα τα δωμάτια
σε τούτα τα μέρη
α' αυτόν εδώ τον κόσμο
που ηδονίζεται με τη βρωμιά του
που φτύνει αίμα στα πρόσωπα
με τις μεγάλες χαραγματιές
και κλείνει τις χαραμάδες
με πτώματα.
υπάρχει θάνατος στα μπαρ
και τόση ζωή στα μάτια
των ζωντανών νεκρών, που τρομάζεις.
όλα τόσο ανάκατα
σαν το μυαλό και τα εντόσθια
μετά το δέκατο πέμπτο ποτό
έξι η ώρα το πρωί.
Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010
"πολιτισμός"
μέσ' από μικρές μισόκλειστες
τρύπες
λόγια μαδημένα
στον αέρα του κλιματιστικού
ανοίγοντας μια πόρτα
μέσα στην πόρτα
κι αλυσίδες να γδέρνουν τα πόδια
πού να πας να φύγεις;
ο κόσμος καίει το δέρμα
το σπίτι κοχλάζει
κι ο δοκιμαστικός σωλήνας
κομμάτια στο πάτωμα
σειρήνες να κόβουν το μυαλό
ένα κορμί λεκκές
στο πεζοδρόμιο
μνήμες χαραγμένες στις πατούσες
που χάσκουν μέσα στο όνειρο
χημεία η ιστορία
κι η μοναξιά να φουσκώνει
επαναφορτιζόμενη
[πολιτισμός]
Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010
Τα γάντια
Έτσι όπως κατέβαινα τον δρόμο, αυτόν που περνάει από το πάρκο που συνηθίζουμε να μαζευόμαστε, αντιλήφθηκα ότι δεν είχα στις τσέπες μου πια αυτά τα γάντια που μ’ αρέσει να φοράω. ξέρεις, αυτά τα γάντια που φτάνουν μέχρι την μέση των δαχτύλων και έχουν και κάμποσες τρύπες από την χρήση -τα έχω παραφορέσει νομίζω.
τελοσπάντων, σκέφτηκα πως τις προάλλες που σε είχα πετύχει έξω και περάσαμε από το πάρκο, ίσως να τα είχες κρατήσει κατά λάθος. τα είχες πάρει και φορούσες μια το ένα μια το άλλο στα χέρια σου. δεν ξέρω γιατί σ’ άρεσει να αλλάζεις χέρια στο ίδιο γάντι -εγώ πάντοτε φοράω το ίδιο γάντι στο κάθε χέρι. και μου έλεγες έχεις βαρεθεί τα ίδια και τα ίδια. και καθώς άλλαζες τα γάντια, έτσι άλλαζες και την διήγησή σου, αναφέροντας διαφορετικές περιπτώσεις ανθρώπων που σε είχαν πληγώσει. «τα ζώα», σκέφτηκα, «είναι δυνατόν να μην βλέπουν ποια είσαι και να σου φέρονται με αυτόν τον τρόπο»; μετά, άρχισες να απαριθμείς τα προτερήματά μου με έναν τρόπο κατηγορηματικό. εγώ δεν ήθελα να αποδεχθώ τούτη την εξέλιξη -ίσως γιατί δεν πίστευα ότι τα εννοείς ή ότι εν πάση περιπτώσει εχουν καμμιά αξία- και σου απάντησα πως υπερβάλλεις. συνέχισες να με στολίζεις με τον τρόπο που ξέρεις καλά και δεν μπορώ να αρνηθώ πως μ’ έκανες να νοιώσω όμορφα.
κάποια στιγμή πετάχτηκες πάνω και είπες πως πρέπει να φύγεις γιατί σε περιμένουν. ο ενθουσιασμός σου για μένα, μάλλον κράτησε κάπου στο μισαώρο. είσαι και πολύ δημοφιλής, βλέπεις, για να μείνεις παραπάνω με κάποιον σαν εμένα. εξάλλου, πάντα οι πληγωμένοι επιστρέφουν σ’ αυτούς που τους έχουν προδώσει. το θύμα γυρνάει στον τόπο του εγκλήματος, ανυπομονώντας να πέσει ξανά στα χέρια του θύτη. κρίμα…κι ήταν τόσο συναρπαστική η ώρα που είχαμε περάσει εκεί στο πάρκο. λες κι ο κόσμος είχε συρρικνωθεί στα μέτρα μας και παρόλαυτά, τα μάτια μας αντίκρυζαν κάτι το απέραντο. φυσικά τα γάντια κάπου σ’ αυτην την αυξομείωση του κόσμου, εξαφανίστηκαν.
και δεν είναι ότι κρυώνουν τα χέρια. δεν είναι πως μου λείπει η διάτρητή τους ύπαρξη. θα αισθανόμουν ίσως πιο κοντά εσένα: την θερμοκρασία των δικών σου χεριών, την ανατριχιαστική μυρωδιά σου, το υπέρυθρο βλέμμα, το φάντασμα ίσως του δέρματός σου. τελικά, σιγά μην τα ’χεις εσύ τα γάντια. προφανώς δεν έχεις ανάγκη τις τρύπες των γαντιών μου. μάλλον σ’ αρέσει να είσαι αυτάρκης και να περιορίζεσαι στις τρύπες που ανοίγουν στο κορμί σου οι άλλοι -πυροβολώντας. εγώ το ξέρεις πως ποτέ δεν θα σου έκανα κακό. το πιο πιθανό είναι να σου παράπεσαν κάπου, όταν ξαφνικά όρμησες να φύγεις. θα ’ναι τώρα σε κάποια γωνιά του πάρκου -μόνα σαν εμένα- να περιμένουν μήπως τα σηκώσεις και τα ξαναφορέσεις, έστω για μισή ώρα…
Σάββατο 3 Ιουλίου 2010
γωνία προσπτώσεως (ή τα μαδημένα μάτια της σ)
πρόσπτωση στην ανοησία
- κρεμιέμαι από τα χέρια της νύχτας
κι ανακλώμαι σαν ύβρις
στο βρωμερό στόμα μιας πρωτοβάθμιας εξίσωσης.
με σιγοτρώει το ξημέρωμα
το πένθιμο κρύο
η ορθοστασία στο κουτί της υποτέλειας.
υπομονή/ έχω πολλά συντρίμματα ακόμη
να μοιράσω στα βουνά
και το χιλιοφορεμένο ένδυμα της απόγνωσης>
Τρίτη 25 Μαΐου 2010
Εσένα
εσένα.
να με κόβεις κομμάτια
με την λάμα την οξεία
του κορμιού σου.
να κερνάς τα ψιχία μου
στα βράχια
και να ποτίζεις
μ' αρμύρα κάθε πληγή.
στον όχλο
να με μοιράζεις
αίμα και σώμα
έχοντας τις λέξεις μου
ναυαγούς
στο ερμαφρόδιτο νησί σου
- να προσμένουν
μιαν ακόμα σχεδία
να τους θαλασσοπνίξει.
εσένα
μόνο διάλεξα:
Σκότος Ανήωο
σφουγγάρι στο αίμα
κορμό από στάχτη
σφαγές
κραυγές
χτένες ξυράφια.
Τρίτη 11 Μαΐου 2010
Σημείωση για τον ποιητή ρόβηρο μακρή
σιωπή.
και είπα να κοιτάξω τον εαυτό μου
σχολίασε ο ποιητής ρόβηρος μακρής
δημεύοντας την εικόνα μου
ο σκοτεινός σωσίας
μετέφερε τα σπασμένα κύτταρά μου
στην άλλη πλευρά του καθρέφτη.
ακουγόταν το Ρέκβιεμ του μπραμς
και μετά το Καρναβάλι του σούμαν
κι ύστερα ψίθυροι
αναγνωσμένοι υποχθονίως
απο άγνωστα αυτιά.
[πρώτο βλέμμα ο καθρέφτης - υγρασία -
η θερμοκρασία στους 5 βαθμούς κ.]
ο γέροντας που είμαι έχει κουραστεί πια
η ομίχλη έχει κεράσει όλο της το μέγεθος
κι έχω μεθύσει πια χωρίς γυρισμό.
σήμερα η ώρα πέρασε σαν χτες
φιμπονάτσι που με κατεδίκασαν
να ξεχνάω πως πρέπει να θυμηθώ
να ξεχάσω.
σιωπή ξανά.
η έξοδος προς το καρναβάλι κύριε ρόβηρε
δικό σας θέμα
πρέπει να μπει μια τάξη:
θα υπάρξει συνέχεια; σταματημός;
ανάπαυση; κίνηση διαρκής; στάση;
επανάσταση; ή μήπως θάνατος
σε συνάφεια με έρωτα;
φοβάμαι τη βροχή. να αντικρύζω τον εαυτό μου
στον καθρέφτη -απ' όποια μεριά κι αν στέκομαι.
θλιβερό θύμα των φαντασμάτων του μυαλού σου
η ανάσα βρίσκεται σε ένα ποτήρι με σάρκα
υπόγειο, κάτω από την θάλασσα, μέσα στον βαθύ
ουρανό, που μετράει τη θλίψη με τον άνεμο
και με το πόσο γρήγορα σφουγγίζει τα δάκρυα
από τα μάγουλα.
[ξηρασία - ο καθρέφτης κάπως πιο σκοτεινός]
ναι φίλε μου, απόψε θα πούμε αντίο.
θα βάλουμε μέσα μας τον καθρέφτη
και θα πετάξουμε απο την ρωγμή στον αέρα
του δωματίου, το κλειδί του στόματός μας.
πρέπει να προλάβουμε την ρωγμή
πάση θυσία!
θαρθούν τα όργανα πομπή
πίσω από μας να παίζουν τους ρυθμούς τους
έτσι που καμμιά πόλη πια δεν
θάναι ξάγρυπνη. τα πάντα θα στροβιλίζονται
γύρω μας, μέσα σε τούτη την θολή τρέλλα
στον νόθο μετεωρισμό μας στο παν.
σ χ ι σ μ ή/ καθόλου πια θερμότητα/ καθόλου
υγρασία/ τα πάντα α ν έ κ φ ρ α σ τ α
καμμια γιορτή δεν κρατάει τόσο
όσο η στιγμή που γίνεσαι ένα με τον καθρέφτη
οι λέξεις όλες πια
[μια μαύρη τρύπα]
Πέμπτη 6 Μαΐου 2010
Παρασκευή 30 Απριλίου 2010
Γραφή
Παρασκευή 9 Απριλίου 2010
Πέμπτη 8 Απριλίου 2010
Φλοιός και ουίσκυ
Τετάρτη 7 Απριλίου 2010
Τα πόδια του λόγου
Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010
Πιθανότητα
φυτρωμένες βεράντες σε τσιμεντένιους
κορμούς. τα μάτια να αιωρούνται
στις στενωπούς των μικρών δρόμων
[και να θες να μυρίσεις δέντρα
φύλλα, χώματα, τον λυγμό του αέρα
δεν μπορείς]. έχουν στερέψει όλα
σε τούτο το βαθύ πηγάδι
που 'ναι η πόλη. είναι σάπια όσα
ξαπλώνουν παράταιρα -κομμάτια
σπασμένα, σκουπίδια, πέτραδακια,
τσίχλες κολλημένες στα πεζοδρόμια,
σκισμένες αφίσσες, αιωρούμενα
αστικά σωματίδια, σημάδια παρακμής
αγορασμένα με χρήμα
έχεις ξεχάσει την απολυμένη σου ύπαρξη
ψάχνοντας κάτι να κάνεις σε τούτον
τον ορυμαγδό. την σιωπή σου να στολίσεις
με όμορφα μπιχλιμπίδια και λέξεις
-για να αρέσεις. προφταίνεις; ποιος ξέρει;
η μνήμη της μόνο σε κάνει να χαμογελάς
και κείνη η ρημαδιασμένη πιθανότητα
πως κάτι ακόμα θα μπορούσες να 'χεις ζήσει
στο πλάι της.
Σάββατο 20 Μαρτίου 2010
Πόλεμος
που μασουλάνε τα ούλα σου.
η σιωπή καθώς κοιτάζεις τα πόδια
του φεγγαριού -να τυλίγουν
στον ουρανό τα μοναχικά δώρα
που ποτέ δεν σου δόθηκαν.
να περιμένεις στην στροφή αγόγγυστα
για να σου χαμογελάσει κάποιο από τ΄άστρα
[καθώς τα βλέμματα των ανθρώπων
υπερσκελίζουν τα ανομήματά σου.
να θες να πιεις, να θες να λιώσεις μέσα
σε μάτια, να θες να βουλιάξεις σε κάποιο κορμί,
στην αγάπη, στο πάθος, στον πόνο, να θες
να κάνεις έρωτα.]
η οθόνη σού θυμίζει το φως
μέσα στην λόξα που ψηλώνει μετά
τα μεσάνυχτα -καθώς οι ασπίδες
έχουν μείνει χωρίς χέρια να τις κρατάνε.
και περιμένεις το ψέμμα
να λύσει την αλήθεια ως γρίφο
που αναμεταδίδεται με κάθε ασφάλεια
απο κάποιο δελτίο ειδήσεων.
ο πόλεμος ολοένα και πιο κοντά.
το ξέρεις -το αισθάνεσαι -το μυρίζεις.
και το χειρότερο: μέσα σου.
Τρίτη 9 Μαρτίου 2010
Βαθμίδα πτώσεως
η πέτσα. γκρεμίζεται αβοήθητη στα
βάθη του πηγαδιού. "μας πετάάάάάάνεεεεε
στα βάάάάάάάθηηηηηη................".
στα πηγάδια, στα μεγάλα σκοτάδια:
η μοίρα μας τελείωσε. ετούτη η σκουρόχρωμη
σκύλα που ποτέ δεν ησύχασε να μας κυνηγάει.
τα μέρη του λόγου ποτέ δεν μας σχημάτισαν σε
κείμενο -νάχουμε κάτι να μιλήσουμε
στους γύρω- μονάχα στάχτη, πόνο, πύον
και στυφά νερά να ρέουν απ' τις πηγές του κορμιού.
όχι-όχι-όχι! δεν παραδιδόμαστε. πέφτουμε αμέριστοι,
αυτάρεσκα αυτόνομοι στον πάτο.
η πτώσις δεν έχει πάτο: μόνο βαθμίδα κατακόρυφη
που αυξάνει όσο παρέρχεται ο χρόνος.
ψυχή ντροπή, ξεφτιλισμένη -παροράσαι:
που θα πει συγκλίνεις στην εξαθλίωση.
ον επιβλητικό και άθλιο. μια πέτσα που φθίνει - φθονεί
και φθείρει. δεν αντέχεις στην κριτική
να παίζεις κρυφτό, ξέρεις καλά με τον εαυτό σου.
μια πέτσα που ξηλώνεται και γκρεμίζεται
σαν αλλάζουν οι εποχές, αυτό είσαι. κι όμως,
αρκεί μια επιμελής εξομολόγηση για να σε θάψουν
δίχως αντιρρήσεις στο νεκροταφείο. τέτοιο μεγαλείο
η πτώσις σου!
Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Μνημόσυνο χαμόγελο
χαμόγελο που κρέμομαι
χαμόγελο κρεμασμένο
σ' ένα χαμόγελο θλίψης
είναι χαμένα τα χέρια
σαν λιωμένο χιόνι
που κυκλοφορεί φάντασμα
στο κρύο του χειμώνα.
δεν είδα ξανά
το τελειωμένο σου βλέμμα
το σβησμένο μήνυμα στον υπολογιστή
το εθιστικό σου άρωμα
και την έκρηξη να μ' αγγίζεις.
τίποτε δεν είδα.
κι έμεινα έτσι σε κείνο το τίποτε
χλευαστικός να αναπνέω
καμμένο κάρβουνο -μοναξιά
και αναθυμιάσεις από ξεθυμασμένο
αλκοόλ. ανέπνεα θαρρείς
τον εαυτό μου. ρέπλικα ανθρώπου
σκιά -ουτοπία -χωματερή
πώς το λένε
πάντα με έδιωχνες μακριά
πάντα ξεχνούσες να μ' απαντήσεις
-όχι δεν ξεχνούσες:
απέφευγες -γιατί δεν ήθελες να υπάρχω
πουθενά. ούτε σαν όραμα,
ούτε σαν έμβλημα, ούτε σαν
κραυγή μαρτυρική για την πίστη σου,
ούτε έστω μια ξεθωριασμένη φωτογραφία.
τίποτε δεν ήθελες απο μένα.
παρά μόνο ένα μνήμα
για να θάψεις την τρέλλα μου
να μην σ' αγγίζει.
Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010
Εξοστρακισμός. η χαμένη λάμπα. νύχτα
- γλείφε
εκεί που φτύνεις.
εκεί να φιλάς.
κοράκια
τα ψέμματα
σου πετσοκόβουν
τις σάρκες
- κοιμήσου.
αναπαύσου
στην ησυχία
της μέλλουσας
γενοκτονίας σου.
θεραπεία
μόνον ο θάνατος
οι αναρωτήσεις
η απελπισία σου.
φτύνε - φτύνε
- φτύνε
για να γλείψεις
το αίμα που θα
στάζει
απ' τις κομμένες
φλέβες
πάνω στα
σκισμένα χαρτιά
των αφιερώσεών μου.
αναμασάς τον πόνο.
λύπηση ζητάς
- φθόνο και λύπηση -
να νιώθεις ζωντανή
να γελάς με την
αναπηρία σου
με μένα
και με τα μικρά
γυαλιστερά κομματάκια
που στολίζουν
τα πρησμένα σου
μάτια.
γλείψε για να φτύσεις.
φτύσε για να γλείψεις.
μωρό μου:
χαμένη
είσαι.
Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010
Τέλος
Είμαι γυμνός
παγιδευμένος στα φώτα.
ένα ρεύμα μου καίει
τα πλευρά.
φοβάμαι την αυγή
λιώνω
κάθε φορά που χαράζει.
η μουσική
παιδεύει τον αέρα
που αναπνέω.
όλα έχουν
γλιστρήσει απ' τα χέρια
όλα έχουν
πάρει άλλο δρόμο
απ' τον δικό μου.
σ' ένα πλέγμα που κοχλάζει
έχω αποθέσει την ψυχή μου
τόσο λεπτή
τόσο βαριά
να μετρά τα δευτερόλεπτα
σαν χρυσάφι
απ' αυτό που όταν τ' αντικρύζεις
φεύγεις μακριά.
είναι νωρίς ακόμα
για να υποθέσω το τέλος.
μ' αυτό είναι σίγουρο
για μένα
σίγουρο
σαν χειμώνας.
Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010
Συγκριτικός βαθμός
και είπες αντίο
μ' ένα βλέμμα από θάλασσα.
τρομάζω στην σκέψη
πως δεν το έκανες όσο ζούσες
και πως η ανάσα μερικές φορές
είναι πιο νεκρή
κι από τον ίδιο τον θάνατο.
[ στην δ. ]
Running out of time
pouring out of you - the essence of light
grow as a feather
flow as a flower
and when i come:
die silently in my breath.
Τοίχοι
προσπαθώντας να τους σπάσω
για να τους χτίσω ξανά.
η πόλη τρέχει
και με χαράζει τις νύχτες
-έχω μανία με τις χαραγματιές
και με τα μικρά αντικείμενα
που ξεχνούν πίσω τους
οι γυναίκες-
πάντα πρέπει να πρωτοτυπείς
-μα πόσο πρωτότυποι μπορούν
νάναι οι τοίχοι-
κι όταν οι δρόμοι ανοίγουν
σαν στόματα να με καταπιούν
όχι δεν με λένε υδρόγειο
μα πέτρα: τόσο μικρή
και τόσο μεγάλη
χάνομαι στα βλέμματα που παίρνουν
οι τοίχοι
κρεμιέμαι απο τα χείλη τους
σαν να θέλω να φιλήσω
τούτη την στριφνή μου συνήθεια.
κι αυτός ο ουρανός με μαγεύει
όπως η σάρκα τραντάζεται
στο άγγιγμα
-το άγημα είμαι
σ' έναν πόλεμο: τόσο μικρό
και τόσο μεγάλο
που οδεύει στην έκρηξη
όπως όταν βουτάς στον έρωτα.
έτοιμος να πεθάνω
για την δόξα και το ιδανικό
-τι είναι άραγε όλα αυτά;-
με σκαλισμένα τα παράσημα μου
στους τοίχους σαν συνθήματα.
οι τρύπες στο κορμί μου
από τα σκάγια.
Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
Ξέρεις
κοιτάζω τις λάμπες και βλέπω την καρδιά σου
- ανάβει με το πάτημα ενός διακόπτη -
κοιτάζω το πάτωμα και βλέπω τον σκοπό σου
- ξαπλώνεί εκεί, έτοιμος να τον ποδοπατήσουν -
κοιτάζω τ' αστέρια την νύχτα
τα χρώματα των δέντρων και της γης
όσο και να με διαγράφεις
όσο και ν' απέχεις
ο κόσμος μού ανήκει
και το ξέρεις.
Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010
Σύρματα
γδέρνω το δέρμα/ τρυπάω τα δάχτυλα
κι ανοίγουν τρύπες στις μέρες
- οι νύχτες είναι πάντοτε άδειες -
κοιτάζω μέσα και βλέπω στροβίλους
καταιγίδες και χαλάζι
τεντώνομαι να γευτώ λίγο
απ' το αίμα που στάζει
μα δεν αισθάνομαι τίποτα
- τίποτα δεν έχει γεύση πια
όλα υπάρχουν δίχως ύπαρξη
οι αισθήσεις γεννούν τα ψέμματα
και το φως/ εκεί που δεν υπάρχει
θα τυλίξω όλο μου το κορμί με αυτά τα σύρματα
θα κρεμάσω στα μάτια τα σύρματα
κι όσο θα περνά ο καιρός
θα γεμίζει τρύπες το κορμί
θα γίνομαι ένα με το ψεύτικο αίμα
και τα σύρματα
νάρθει η στιγμή να εξελιχθώ
σε μια πελώρια μαύρη τρύπα
σαν μέρα/ και να μην υπάρχω.
Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010
Φαντάσματα
A.
Προσπάθησες με όλη σου τη δύναμη, ν' ανοίξεις την σπονδυλική μου στήλη και να την γεμίσεις με την ομίχλη σου. έσερνα τη σάρκα μου κομμάτια στους βρώμικους δρόμους, που σ' έψαχνα ανυπόμονα να με κεράσεις ακόμα κι άλλον θάνατο. απ' αυτόν τον θάνατο τον δικό σου. που μυρίζει καμμένη σάρκα και στάχτη, από ρούχα που τα φοράνε οι ψεύτες εραστές - οι εραστές φαντάσματα. δεν είναι ότι φοβάμαι τα φαντάσματα. σίγουρα όμως απεχθάνομαι τα ψέμματα. κι εσύ έχεις γίνει ολάκερη ένα ψέμμα. η ομίχλη με γρατζουνάει, μα όχι περισσότερο από σένα. είναι σαν χειμωνιάτικο σκηνικό η έλξη αυτή. να παγώνω με το τοπίο που με καίει.
δεν προσπαθώ να πω πολλά, μιας και η όραση μου έχει σταματήσει να κυνηγάει οράματα. προτιμώ ένα καλό βιβλίο, μια ταινία, έναν περίπατο απ' το να ακουμπάω το κορμί σου και να κυλιέμαι στα χρωματιστά σεντόνια και τα μάρμαρά σου. κι αφού τα δικά σου μάτια είναι κλειστά και μόνο τα χέρια σου κολυμπάνε στην άβυσσο, έχεις νομίζω πιάσει το νόημα των καιρών. τα κορμιά δεν σπάνε από οίκτο αλλά από έρωτα, από ερεθισμό και έρημο. δεν μπορείς να κατακτήσεις τους ανθρώπους αλλά το σύμπαν. κι αυτό μόνο αν το αφήσεις να σε κατακτήσει εκείνο πρώτο. δεν κρατώ τίποτε έτσι κι αλλοιώς, παρά τη σάρκα μου - αυτή την παρένθεση στην αυτοκρατορεία σου. η ήττα μάλλον δεν άργει - όλο και κάποιο μπαρ θάναι ανοιχτό τέτοια ώρα.
B.
Δεν κοιτάω στα μάτια – κοιτάω πίσω τους
δεν μου φτάνουν τα χρώματα – τα φαντάσματά που κρύβουν
κυνηγάω.
τα φαντάσματα δεν λένε ψέμματα όπως τα μάτια
και όταν ερωτεύονται είναι αμείλικτα.
ρουφάνε ως το μεδούλι την υποταγή και την κάνουνε
έκρηξη.
τα μάτια ξεγελούν και ξεγελιούνται.
δεν μου αρκούν αυτά που λένε
μα αυτά που κρύβουν.
ζω στις σκιές - μιας κι εκεί ανασαίνουν οι άνθρωποι
αυτοί που φαίνονται - είναι άχυρα στοιβαγμένα σε ήττες
και δεν θέλω πια να χάνω.
Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010
Χορτάτα
απ' τα σπασμένα γόνατα
που άλλο πια δεν συγκρατούν το πένθος
Γονατίζοντας στο απέλπιδο πάτωμα
που κουράστηκε πια ν' ανέχεται πόδια
οι φωνές που όλο και πιο πολύ σιωπούν
Όλα ξεχάστηκαν να ειπωθούν
τόσο πρόδηλα διατυπωμένα
σ' έναν ρόγχο σπαρακτικό
σε μια περιδίνηση ντροπής
Πόσα πια άλλα να τολμήσει
να μιλήσει η γλώσσα
Ποια χαραυγή νύχτας να χωρέσει
το βλέμμα το αδιέξοδο
Όλοι εδώ βυζαγμένοι για περιθώριο
για να γυρνάνε γύρω
απ' την τροχιά του θανάτου
Γιατί η νύχτα δεν έχει ώρα
Τα σπασμένα γόνατα δεν συγκρατούν
αρρωστημένα κορμιά
Ανεξαντλώντας μιαν ακόμη πίστη αντοχής
Άλλον έναν συρμό καταδίκης εκτροχιάζοντας
Τα βλέμματα έχουν κορεστεί
στα ιδρωμένα από δόξα κορμιά
στ' ανέξοδα πανηγύρια
στις κατεστημένες γιορτές κενεγερσίας
Άλλοι ματαιόδοξοι δεν γίνεται να γεννηθούν
γιατί κανείς τους δεν έχει πεθάνει
Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010
En Hiver
I love to hate you! I am in winter. Frostbite hath claimed me, I succumb to numbness!
Freezing men don't laugh at murder! ...Bleeding naked in the bathtub! Open windows tempt the savory! Women's heads float just as easily!
Within the confines of crystal, reflected is my loathing! Under ice and still, chill waters fish bite stiff men and children!
Freezing men don't laugh at murder! ...Bleeding naked in the bathtub! Open windows tempt the savory! Women's heads float just as easily!
In the fog, in the woods, at midnight, in a land where it's always winter, I cut the thin skin of my ankles and the wind follows me like army. Lashing like a bullwhip in the arctic, I fling icicles like bee-sting! Stuck under glass, in the sphere, in the snowfall, I shut my eyes and sleep in sleet!
Στον χειμώνα
Να σε μισώ λατρεύω! Είμαι στον χειμώνα. Τα κρυοπαγήματα μ’ έχουν διεκδικήσει, ενδίδω στην αδιαφορία!
Οι άντρες που ξεπαγιάζουν δεν γελούν στον φόνο!... Αιμορραγούν γυμνοί μες στην μπανιέρα! Τ’ ανοιχτά παράθυρα τον ευσεβή δελεάζουν! Των γυναικών τα κεφάλια τόσο εύκολα επιπλέουν!
Μέσα στα όρια του κρυστάλλου, η απέχθεια μου καθρεπτίζεται! Κάτω απ’ τον πάγο κι ακόμα, τα ψυχρά νερά σαν ψάρια σιγοτρώνε ανδρών και παιδιών τα κουφάρια!
Οι άντρες που ξεπαγιάζουν δεν γελούν στον φόνο!... Αιμορραγούν γυμνοί μες στην μπανιέρα! Τ’ ανοιχτά παράθυρα δελεάζουν τον ευσεβή! Των γυναικών τα κεφάλια τόσο εύκολα επιπλέουν!
Μες στην ομίχλη, μέσα στα δάση, τα μεσάνυχτα, σε μια γη που πάντα είναι χειμώνας, το λεπτό δέρμα κόβω των αστραγάλων μου κι ο άνεμος μ’ ακολουθεί σαν στρατός. Μαστιγώνοντας σαν βούρδουλας στην αρκτική, εκτοξεύω σταλακτίτες σαν τσιμπήματα από μέλισσες! Κολλημένος κάτω απ’ το γυαλί, μες στη σφαίρα, στην πτώση του χιονιού, τα μάτια μου κλείνω και κοιμάμαι στο χιονόνερο!