Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Στερητικό σύνδρομο

Ήταν εδώ, μέσα στην φλέβα μου
την ένοιωθα να ουρλιάζει.
κοίταξα βαθειά μέσα στην φλέβα
και τρόμαξα αντικρύζοντας
το καθαρό πρόσωπό της.
πίεζα με τα δάχτυλα σφιχτά την φλέβα
λες κι ήθελα να σπάσω το κενό.
έβαλα τα χείλη στο πάτωμα
και φιλούσα τα παγωμένα
πλακάκια, σαν να 'ταν εκείνη.
σηκώθηκα με το χέρι πετρωμένο
και τα μάτια της καρφωμένα
πάνω μου. άνοιξα ένα μπουκάλι
κόκκινο ξηρό, σχεδόν βάναυσο
-όπως όταν στεκόμουν στον φρέσκο
τάφο της και της μιλούσα
κι άκουγα τα πετραδάκια γύρω
να σφυράνε σαν φυσαρμόνικες.
ήπια ήπια ήπια και την έβλεπα
να χορεύει στην αγκαλιά μου
σαν ξαναμμένο ηφαίστειο.
ήπια τόσο πολύ, να με σκοτώσει
όπως με σκότωσε η κομμένη φλέβα
τού είρωνα Φεβρουαρίου.
το μπουκάλι δεν άντεξε. θέλησε να
λυτρωθεί κι έγινε θρύψαλα
πάνω στα στερημένα πλακάκια.
ο κρότος με έκανε να κοιτάξω πάνω.
το δωμάτιο βυθισμένο κατά έναν όροφο
το πρόσωπο χωνεμένο στην φλέβα
και ήχος κανείς. θολό λευκό σκέπασμα/
με κατάπιε ξανά το ταβάνι που ξάπλωσα.